ἐξήρηται

ἐξήρηται
ἐκ-ἀράω 2
plough
perf ind mp 3rd sg (ionic)
ἐκ-ἀρέομαι
perf ind mp 3rd sg (attic epic doric ionic aeolic)
ἐκ-ἐράομαι
love
perf ind mp 3rd sg (attic ionic)
ἐκ-ἐρέομαι
ask
perf ind mp 3rd sg
ἐκ-ἐρέω
love
perf ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ἐξῄρηται — ἐξαιρέω take out perf ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εξαιρώ — (AM ἐξαιρῶ, έω) [αιρώ] 1. βγάζω από μέσα, αφαιρώ 2. δεν συμπεριλαμβάνω με άλλους, αποκλείω («τὰς μητέρας ἐξελόντες», Ηρόδ.) νεοελλ. 1. για ειδικούς λόγους απαλλάσσω ή αποκλείω κάποιον από καθήκον ή δικαίωμα («ο νόμος εξαιρεί τα παιδιά τών… …   Dictionary of Greek

  • ἐξῄρητ' — ἐξῄρητο , ἐξαιρέω take out plup ind mp 3rd sg ἐξῄρηται , ἐξαιρέω take out perf ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”